Ο τίτλος αυτής της ανάρτησης είναι παραπλανητικός, μιας και φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι θα εικάσουν ότι θέλω να μιλήσω για την ΓΓ του ΚΚΕ και τους άλλους δύο πολιτικούς αρχηγούς που εμφανίστηκαν χθες στην διαδικτυακή εκπομπή του Χατζηνικολάου. Δεν προτίθεμαι όμως να κάνω κάτι τέτοιο, και δεν είναι αυτοί στους οποίους αναφέρομαι με τον όρο "οι άλλοι." Δεν προτίθεμαι να προβώ σ' αυτή την σύγκριση για δύο λόγους, έναν θεωρητικό και έναν πρακτικό.
Ο θεωρητικός είναι ότι θεωρώ τις κριτικές που βασίζονται στο "πώς τα πήγε ένας πολιτικός στο γυαλί" εξόχως παραπλανητικές, γιατί για μένα η πολιτική δεν αφορά "περφόρμανς". "Περφόρμανς" αφορά αυτό το οποίο έχει καταλήξει να ονομάζεται πολιτική στις μηντιοκρατούμενες κοινωνίες. Δεν αμφισβητώ καθόλου ότι αυτό είναι σημαντικό για πάρα πολύ κόσμο, δεν είναι όμως για μένα δείκτης κανενός κρίσιμου για την πολιτική πράγματος το αν κάποιος είναι "ετοιμόλογος", "επικοινωνιακός", "χαρισματικός", κλπ. Αποδέχομαι την μειονοτικότητα μου στο θέμα αυτό και περνάω στον πρακτικό λόγο. Ο πρακτικός λόγος είναι ότι δεν είδα τις συνεντεύξεις και των τριών, αφενός γιατί πέτυχα τον Τσίπρα κάπου στα μισά, ενώ βαρέθηκα ακατανίκητα να δω τον Κουβέλη. Κι αυτή η αμαρτία είναι δική μου.
Με εξαίρεση την τελευταία ερώτηση που έγινε στον κ. Τσίπρα, περί του κατά πόσο το κόμμα του πιστεύει ότι ο καπιταλισμός διορθώνεται ή ανατρέπεται και του κατά πόσο πιστεύει στην ελεύθερη αγορά --ερώτηση που για μένα ήταν η σοβαρότερη πολιτική ερώτηση της βραδιάς, από όσες είδα-- ο Τσίπρας πέρασε, νομίζω αδιαμφισβήτητα, ένα πολύ ευκολότερο βράδι από την Αλέκα. Σ' αυτό βοήθησαν δύο πράγματα: αφενός το επικοινωνιακό στυλ του, που νομίζω πως έχει πολλές αρετές από την σκοπιά του τι "γράφει καλά" (είναι αρκετά ήρεμος, χαλαρός, αντιπαρέρχεται αρκετά άκοπα τις επιθετικές ερωτήσεις όταν αυτές δεν έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο, κλπ), και αφετέρου το γεγονός ότι σε γενικές γραμμές το κλίμα στο ακροατήριο ήταν πολύ πιο ήρεμο από ότι ήταν για την Αλέκα.
"Οι άλλοι" του τίτλου λοιπόν είναι, βασικά, το ακροατήριο της εκπομπής, που σύμφωνα με τον Χατζηνικολάου επιλέγηκε με κλήρωση. Αυτοί λοιπόν οι άλλοι ήταν σε μια φαινομενικά μόνιμη κατάσταση εκνευρισμού, ανυπομονησίας, επιθετικότητας και συγκρουσιακότητας σε όλο το διάστημα συνομιλίας με την Αλέκα. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε κάθε σχεδόν ερώτηση ή απάντηση ακουγόταν τα αγανακτισμένα ή ειρωνικά σχόλια κάποιου ("Βόρεια Κορέα θα μας κάνετε..."), ενώ ταυτόχρονα υπήρχαν άλλα δέκα χέρια για ερωτήσεις και εριστικότητα απέναντι στον παρουσιαστή για το γιατί έδωσε τον λόγο σε άλλους και όχι σ' αυτούς. Αν προσθέσεις και τον όλο και μεγαλύτερο εκνευρισμό του ίδιου του Χατζηνικολάου, το αποτέλεσμα ήταν μιάμιση περίπου ώρα δοκιμασίας νεύρων των πάντων -- της Αλέκας, του ακροατηρίου, του Χατζηνικολάου, και του όποιου έβλεπε τη συζήτηση.
Το πρώτο που θα ήθελα να πω πάνω σ' αυτό είναι ότι δεν γνωρίζω πόσο έχει μιλήσει η Αλέκα σε ανάλογα ακροατήρια τον τελευταίο χρόνο αλλά χαίρομαι πολύ που το έκανε χθες. Θα πρέπει να το κάνει όσο συχνότερα γίνεται, και να ενθαρρύνει και άλλα στελέχη να το κάνουν σε κάθε ευκαιρία. Σου δίνει μια πολύ χρήσιμη εμπειρία για τη διαφορά ανάμεσα στην ιδεαλιστική, αριστερίστικη αντίληψη της "εξεγερμένης" (λέμε τώρα) "μάζας" και της πραγματικότητας, για την διαφορά της επαναστατικότητας (που προϋποθέτει υποκειμενική ένταση με καθαρή και ενσυνείδητη πολιτική κατεύθυνση) από την νευρωτική υπερδιέγερση (όπου απαντάς υποκειμενική ένταση χωρίς καμία πολιτική ενσυνειδητότητα και συγκρότηση).
Βέβαια, το ΚΚΕ, που ποτέ δεν "μάσησε" από την ρομαντική αριστεριστική μυθολογία των πλατειών και των μονίμως πλατειασμένων είναι ίσως το τελευταίο κόμμα που έχει ανάγκη από τέτοια εμπειρία, από την άλλη όμως αυτού του είδους οι επαφές σου δίνουν μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα των προτεραιοτήτων που αποτελούν την "περιρρέουσα" πολιτική ατμόσφαιρα, και της απόστασης που αναγκαστικά πρέπει να διανύσεις σαν κόμμα για να διαμορφώσεις μια ισχυρή λαϊκή βάση. Όταν λέω "διάνυση απόστασης", βέβαια, δεν εννοώ "αλλαγή θέσεων"· εννοώ διαπαιδαγώγηση, μετάφραση ιδεών, τριβή και εμπειρία με τα επιχειρήματα και τις οπτικές που προβάλλονται πάνω σου, κλπ.
Αυτό που είδε και έζησε χθες η Αλέκα είναι ένα κομμάτι της αληθινής --όπως την καταλαβαίνω εγώ τουλάχιστον-- κατάστασης που επικρατεί στο μυαλό πολλών Ελλήνων. Πρόκειται για μια κατάσταση όπου η πολιτική σκέψη μπλοκάρεται εν τη γεννέσει της από α) πρότερες κομματικές επιλογές, την νοητική τους κληρονομιά σε ό,τι αφορά την πολιτική αντίληψη, και τις ασυνείδητες ενοχές που συνδέονται με τις επιλογές αυτές, β) απορρόφηση και ενσωμάτωση του μηντιακού λόγου, και γ) τις άμεσες πιέσεις, αγωνίες και νευρώσεις που έχει φέρει η κρίση στον καθένα μας. Αυτά τα τρία στοιχεία είναι πάρα πολύ βασικοί ανασταλτικοί παράγοντες για την λεγόμενη "ριζοσπαστικοποίηση" και δεν ξεπερνιούνται ούτε εύκολα ούτε αυτόματα.
Αν δεν ξεπεραστούν, από την άλλη πλευρά, η "ζημιά" δεν θα αφορά απλώς την μειωμένη απήχηση κάποιων πολύ σημαντικών και ουσιαστικών θέσεων, των οποίων η Αλέκα και το κόμμα της είναι φορείς. Θα αφορά επίσης κάτι άλλο, που δεν συζητιέται συχνά: όταν η ποιότητα της πίεσης που δέχεται ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ είναι χαμηλή --και για μένα, η πολιτική ποιότητα (σε αντίθεση με την καθαρή ποσότητα) της πίεσης που δέχτηκε χθες η Αλέκα ήταν σε γενικές γραμμές εξαιρετικά χαμηλή-- τότε το ίδιο δεν έχει την δυνατότητα να θέσει στον εαυτό του τις πραγματικά δύσκολες ερωτήσεις για τις θέσεις του και να επιτείνει την διαδικασία γόνιμης προσαρμογής του στις απαιτήσεις των καιρών. Ελπίζω ερωτήσεις όπως η πρώτη που τέθηκε --περί πραγματιστικών δυνατοτήτων συμμαχιών στο διεθνές επίπεδο-- να έχουν την τύχη που τους αξίζει και να διαχωρίζονται στο μυαλό του κόμματος από ανοησίες περί "καθεστωτικού κόμματος", "ενότητας όλων των Ελλήνων όπως λέει ο Διονύσιος Σολωμός", και άλλα φαιδρά.
Τέλος, αυτού του είδους οι συζητήσεις βοηθούν και τον ίδιο τον λαό να έχει μια σαφέστερη εικόνα για το ιδεολογικοπολιτικό περιεχόμενο των δικών του άρρητων παραδοχών και ρητών απαιτήσεων· του επιστρέφουν μια χρήσιμη για περίσκεψη και αναστοχασμό εικόνα του εαυτού του. Εν προκειμένω, ακούγοντας τις ερωτήσεις που έγιναν στην Αλέκα (και εν μέρει και στον Τσίπρα), είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω τους βασικούς άξονες πάνω στους οποίους κινείται η πολιτική "κοινή λογική", τρία χρόνια μέσα στην κρίση:
α) Θέλουμε να μείνουμε στην ευρωζώνη (αυτό δεν ειπώθηκε χθες, αλλά διατυπώνεται από όλες τις σχετικές δημοσκοπήσεις ως πλειοψηφικό με διαφορά αίτημα)
β) Δεν θέλουμε το μνημόνιο και τα όσα προβλέπει
γ) Δεν θέλουμε μετανάστες, αλλά θεωρούμε φυσικό το να μεταναστεύουμε οι ίδιοι όταν το οικονομικό μας συμφέρον το επιτάσσει
δ) Δεν θέλουμε τα κόμματα εξουσίας
ε) Δεν θέλουμε κόμματα με πολιτικές, οικονομικές και θεσμικές αντιλήψεις κάθετα αντίθετες με αυτές των κομμάτων εξουσίας
στ) Δεν θέλουμε σοσιαλισμό, αλλά ελεύθερη αγορά και επιχειρηματικές δυνατότητες για τον ιδιώτη
ζ) Δεν θέλουμε εκμετάλλευση πέρα από κάποια όρια που κρίνουμε επαχθή, αλλά θέλουμε εκμετάλλευση μέσα σε όρια που να κρίνουμε εμείς αποδεκτά ή και συμφέροντα.
Νομίζω ότι αυτοί είναι οι βασικοί άξονες της σκέψης της πλειοψηφίας των ελλήνων πολιτών· αυτοί ήταν όταν ενθουσιαζόταν οι αριστεριστές με την "ανατρεπτική δυναμική" των πλατειών, αυτοί παραμένουν και σήμερα. Και με τέτοιου είδους "κοινή λογική" σοσιαλισμός δεν γίνεται. Ο εθνικοσιαλισμός είναι σαφώς πιθανότερο να καλύπτει ιδεολογικά τα προαναφερθέντα προτάγματα υπο τις παρούσες οικονομικές συνθήκες. Και, επειδή δεν έχω κανένα λόγο να θεωρώ τους Έλληνες πιο βλάκες, πχ, απ' τους Γάλλους, κατανοώ πλήρως και τον τρόπο σκέψης του 20% στο Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν. Αυτός είναι ο τρόπος σκέψης που κληροδότησαν δεκατίες αταξικής ή "υπερταξικής" σκέψης, σχετικής (και δανεικής) οικονομικής ευημερίας στην Ευρώπη, και το "σοκ και δέος" της τριετίας που πέρασε, και που αδυνάτισε όχι την πίστη στην ορθότητα των βασικών αρχών του καπιταλισμού αλλά το περιθώριο ανοχής σε συγκεκριμένες μορφές του "δημοκρατικού" του πολιτικο-ιδεολογικού εποικοδομήματος. Απέναντί σ' αυτή την κατάσταση βρίσκεται το Κομμουνιστικό Κόμμα, και αλλίμονο αν πειστεί από τους διάφορους αριστεριστές σαλτιμπάγκους ότι αυτή είναι η πρώτη ύλη με την οποία θα χτιστεί ο σοσιαλισμός. Ας μην γελιόμαστε: δεν είναι απλώς η οικονομική κατάσταση πολλών ανθρώπων απελπιστική, είναι και η νοητική τους κατάσταση.
Και με αυτό το δεδομένο υπόψη, χρειάζεται μια σαφής πολιτική στρατηγική για την επόμενη των εκλογών μέρα και πολύ, πολύ περισσότερη δουλειά και πρωτοβουλία του Κομμουνιστικού Κόμματος στο τοπικό επίπεδο της καθημερινής ζωής. Βήματα και ενέργειες έχουν γίνει, ανάλογα όμως έχει κάνει και η Χρυσή Αυγή, που έχει κατανοήσει ότι το "κενό του κράτους" δημιουργεί ήδη προϋποθέσεις χτισίματος σιγά-σιγά, της "δυαδικής εξουσίας" για την οποία μιλάμε κι εμείς οι κομμουνιστές, άσχετα αν δεν το θέτουν με τέτοιους όρους. Πρέπει να δούμε πολύ περισσότερη κινηματική-οργανωτική δράση αντιμετώπισης επιμέρους προβλημάτων από το ΚΚΕ. Πρέπει ο τελευταίος πολίτης της χώρας να αποκτήσει άμεση και εκ του σύνεγγυς εμπειρία όχι των ιδεολογικών και θεωρητικών θέσεων του κόμματος απλώς, αλλά του σε τι μεταφράζονται αυτές στην πράξη. Ειδάλλως, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανακοπεί η ακροδεξιά στροφή. Αυτό, για μένα, ήταν ένα από τα πολύτιμα μαθήματα της χθεσινής συζήτησης.
Περνάω, τέλος, σε ένα άλλο μάθημα που άντλησα παρακολουθώντας την συζήτηση: το ΚΚΕ πρέπει να σταθεί ιδιαίτερα πάνω στην ερμηνεία της σφοδρότητας της αντίθεσης σε οτιδήποτε εκφράζει. Αυτό δεν σημαίνει, θεωρώ, απλώς ενσυνειδητότητα για τα τρία εμπόδια στην πολιτική σκέψη του Έλληνα που ανέφερα πιο πάνω, αλλά και αντίληψη για την παρουσία ενός παραδόξως θετικού στοιχείου σ' αυτή την σφοδρότητα: το ΚΚΕ εμπνέει πάθη, αρνητικά μεν στην πλειοψηφία τους, πλην όμως πάθη, όσο κανένα άλλο αντιπολιτευτικό κόμμα.
Ο νευρωτικός χαρακτήρας της απόκρισης στο ΚΚΕ κρύβει δύο βασικές διαστάσεις που έχουν δυνητικά θετική σημασία: α) την αναγνώριση ότι είναι "ο άλλος" του ελληνικού πολιτικού σκηνικού, ότι δεν είναι σαν τα άλλα κόμματα, έστω και αν (ή όταν) αυτή η αναγνώριση έχει την αρνητική μορφή του "κραξίματος", της λοιδωρίας, κλπ. Πίσω από αυτή την έστω αρνητικά εκφερόμενη αναγνώριση κρύβεται μια ελπίδα, όχι βέβαια για όλους, αλλά τουλάχιστο για κάποιους: η ελπίδα ότι υπάρχει φορέας μιας εναλλακτικής οργάνωσης της κοινωνίας, ότι υπάρχει εκεί κάτι "που δεν είναι αυτό που μάθαμε να έχουμε"· β) την έκφραση μιας έμμεσα δεδηλωμένης ενοχής απέναντι στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο μέσος Έλληνας που εκφράζει αυτή ή την άλλη απαίτηση στο ΚΚΕ γνωρίζει πολύ καλά ότι το είχε επί δεκατίες γραμμένο εκεί που δεν πιάνει η μελάνη. Ότι το είχε, λχ, γραμμένο όταν έλεγε όχι στο Μάαστριχτ. Ή κάθε φορά που τον προειδοποίησε για τους κινδύνους της συμμετοχής σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Ή κάθε φορά που "γκρίνιαζε", προ κρίσης, για τις συλλογικές συμβάσεις, τα μεροκάματα, το καπέλωμα της ΓΣΕΕ, τον "αντιλαϊκό χαρακτήρα της κυβέρνησης", κλπ.
Υπάρχει αρκετός νομίζω κόσμος που καταλαβαίνει, θέλοντας και μη, ότι δεν ήταν τόσο "έξυπνος" όσο νόμιζε όταν χασκογέλαγε με τους "γραφικούς" και τα "απολιθώματα" του "υπαρκτού." Καταλαβαίνει ότι τα πράγματα δεν ήταν ποτέ τόσο απλά όσο θεωρούσε και τον ενθάρρυναν να θεωρήσει. Αλλά εκφράζει τον θυμό του απέναντι στον εαυτό του μεταθέτοντας αυτόν τον θυμό στο κόμμα --κάτι που επανελειμμένα εξόργισε την Αλέκα, και δικαίως-- πίσω από αυτό το διαρκές "γιατί δεν μας σώζετε;" "τι είδος κόμμα του λαού είστε;" "γιατί δεν ενώνεστε με τους άλλους να σας ψηφίσουμε;" "εμείς την αριστερά από σας την ξέρουμε" (yeah, right, για αυτό πέρασε δεκαετίες περιθωριακότητας και αδιαφορίας το ΚΚΕ, επειδή όλοι το ΚΚΕ ξέραμε ως αριστερά), κλπ.
Καλώς ή κακώς, η σχέση ενός κομματιού του λαού με το ΚΚΕ περνά κι από μια ψυχανάλυση, η οποία αφορά βασικά την ενοχική γνώση της ιστορικής συντριβής του και της μακροχρόνιας καταστολής και καταδίωξης των μελών του υπό την συναίνεση κάποιων και την παθητική ανοχή άλλων -- όσων συμβιβάστηκαν, αποστάτησαν, ενσωματώθηκαν στην μία ή την άλλη εκδοχή του αστικού πολιτικού κατεστημένου. Πιστεύω ότι η Αλέκα έχει μια πολύ ξεκάθαρη συνείδηση για αυτό, αλλά το φράγμα αυτό που μας κληροδότησε η σύγχρονη ελληνική ιστορία πρέπει κάποτε να υποστεί σοβαρές ρωγμές.
Στις διάφορες ψυχαναλυτικές προτροπές περί "αυτοκριτικής των Ελλήνων" που προώθησε το αστικό ιδεολογικό προσωπικό τα προηγούμενα χρόνια αυτή η διάσταση δεν υπήρχε πουθενά γιατί φυσικά δεν συμφέρει την άρχουσα τάξη. Αλλά η πλειοψηφία όσων πετιούνται σήμερα στα σκουπίδια δεν έχει κανένα λόγο να θεωρεί ότι έχει ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς της, σε ατομικό επίπεδο, με το κομμουνιστικό όραμα εν Ελλάδι. Την καλούμε να βρει το θάρρος να το κάνει, όχι για να ασπαστεί τις κομμουνιστικές ιδέες, αλλά για να αποκαταστήσει μέσα της μια ισορροπημένη σχέση με την αλήθεια, και μια αφοβία απέναντι στην αλήθεια αυτή. Το ίδιο φυσικά πρέπει να κάνουμε κι εμείς, όσοι εξακολουθούμε να πιστεύουμε στον κομμουνισμό. Και μέρος αυτής της διαδικασίας αναμέτρησης με την αλήθεια είναι να αποδεχτούμε την εχθρότητα ως μέρος της κληρονομιάς που μας υπαγορεύουν και τα δικά μας ιστορικά λάθη, οι δικές μας πολιτικές αλλά και προσωπικές αδυναμίες, η δική μας αδράνεια ή δυσκολία να οικουμενοποιήσουμε τα πιστεύω και τις ελπίδες μας· να ξεπεράσουμε και τις δικές μας ιστορικά κληροδοτημένες ανασφάλειες, και τα δικά μας ψυχικά εμπόδια.
Η "εμπιστοσύνη στο λαό" περνά μέσα από αυτή την αποδοχή της δυσκολίας της αποκατάστασης της σχέσης μας με ένα κομμάτι του, και με την ανανεωμένη προσπάθεια να χτιστούν γέφυρες που δεν θα αλλοιώνουν και δεν θα χαλκιδεύουν τις πολιτικές μας αρχές.
Αναδημοσίευση απο : Lenin Reloaded
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε εδώ