Τό λάιφτσταϊλ πέθανε.
Ἄρθρα σέ ἐφημερίδες, ἀναλύσεις, ἀφιερώματα σέ τηλεοπτικές ἐκπομπές, περιγράφουν τό θάνατο τοῦ φαινομένου, συνδέοντας τό μέ τό γενικευμένο τέλος ἐποχῆς πού ἔφερε ἡ κρίση. Προφυλακισμένοι μόδιστροι καί ἄνεργα μοντέλα, ἄδεια γκουρμέ ἑστιατόρια καί μισοτελειωμένα σφηνάκια, κλειστά περιοδικά καί ἀπολογίες πρώην Κωστόπουλων βουτηγμένες στήν τεστοστερόνη, μαρτυροῦν τό γεγονός ἀπερίφραστα, τό κατεστραμμένο σαλόνι μετά τό τέλος τοῦ ξέφρενου πάρτι. Μήπως ὅμως βιαζόμαστε νά θάψουμε ἕνα ζωντανό πτῶμα, ἀκριβῶς λόγω της…κακοσμίας του;
"Ἡ ζωή εἶναι μικρή γιά νά ’ναι θλιβερή μωρό μου"
Ἡ φράση – μανιφέστο ἀπό τό ἐξώφυλλο τοῦ Κλίκ συμπυκνώνει καί περιγράφει τόν πυρήνα τοῦ λάιφτσταϊλ. Ἡ ἴδια ἡ λέξη δέν μᾶς ἀφηγεῖται ἁπλά τόν «τρόπο ζωῆς», ὄπως προκύπτει ἀπό τήν κατά λέξη μετάφρασή της. Ἀντίθετα περιγράφει τήν ταύτιση ἑνός συγκεκριμένου τρόπου ζωῆς μέ τήν ἴδια τη ζωή, τήν ταύτιση τοῦ life μέ τό style. Ρυθμίζοντας, λοιπόν, τό δεύτερο συνθετικό, ὁ ἑκάστοτε ρυθμιστής ἀποκτᾶ ἰσχύ ἀπέναντι καί στό πρῶτο.
Τό λάιφσταϊλ ὑπῆρξε γέννημα τῆς δεκαετίας τοῦ ’80. Στηριγμένο στόν ἀέρα τῆς θολῆς ἀλλά ταυτόχρονα πυκνῆς Ἀλλαγῆς καθώς ἐπίσης καί στίς ὑποσχέσεις γιά μία γενικευμένη εὐδαιμονία, ἔφτασε στό ἀπόγειό του τά χρόνια της ἰσχυρῆς Ἑλλάδας καί τῆς Ὀλυμπιακῆς φούσκας. Τό φαινόμενο κατάφερε νά ἐξαπλωθεῖ καί νά κυριαρχήσει ἀπαντώντας σέ μία πραγματική ἀνάγκη τῆς ἐποχῆς, τήν ἀνάγκη τῆς λήθης. Ἡ ἑφταετία ὑπῆρξε ἁπλά ἡ τελευταία σκηνή σέ μία σειρά ἐθνικῶν πληγῶν ἀπό τίς ἀρχές τοῦ αἰώνα. Ἡ ὑπερπολιτικοποίηση τῶν πρώτων ἐτῶν τῆς μεταπολίτευσης (ἄρα καί ἡ ἀνάγκη γιά ἱστορική ὑπενθύμιση), θά παραχωρήσει τή θέση της στήν ἀπολιτίκ λήθη. Τό νά ξεχνᾶς σημαίνει νά ζεῖς καί τό νά ζεῖς σημαίνει νά ζεῖς σέ ἕναν αὐστηρό ἐνεστώτα. Δέν θά ἦταν ὑπερβολή νά ποῦμε πώς τό λάιφτσταϊλ ὑπῆρξε αἰσθητική ἔκφραση τοῦ ἀπενοχοποιημένου κυνισμοῦ τῆς δεκαετίας τοῦ ’80.
Λιπαντικό στή μηχανή τοῦ καταναλωτισμοῦ
Ἄν καί τά διάφορα ἔντυπα (μέ τήν τάση νά γιγαντώνεται ἀπό τό χωρίς ὅρους ἐρχομό τῆς ἰδιωτικῆς τηλεόρασης) προέβαλλαν τήν ἀπολιτίκ στάση ζωῆς, σχεδόν ὦς ὑποχρέωση τοῦ νέου μοντέλου ἀνθρώπου, ὁ ρόλος τούς ὑπῆρξε κατεξοχήν πολιτικός. Ἡ κατασκευή προτύπων καί καθημερινῶν χειρονομιῶν, ἀποτέλεσε ἀπαραίτητο λιπαντικό καί καταλύτη στή μηχανή τοῦ καταναλωτισμοῦ καί στόν κόσμο τοῦ πλαστικοῦ χρήματος. Ἀνδρικά καί γυναικεία πρότυπα χρησιμοποιήθηκαν ὦς κανόνες ζωῆς. Ὁ ἄντρας μετεωριζόμενος ἀνάμεσα στή βαλκανικότητα τοῦ φύλου του καί τό Μανχάταν τῆς ἐπιτυχίας του, ἡ γυναίκα ὦς ἀπελευθερωμένη Μαντόνα τῆς πόπ καί ταυτόχρονα πουριτανή καί ὑποταγμένη Μαντόνα τῆς ἐκκλησίας.
Τά πρότυπά του ἀτομισμοῦ, τῆς ἀνόδου καί τοῦ ἀπόλυτου ὑλισμοῦ, ἡ ἐμμονή μέ τό σέξ (σέ μία ὅλο καί αὐξανόμενη σεξιστική ἀνάγνωση, ἀποθεωμένη κατά τή δεκαετία τοῦ ‘90 μέ τήν «κουλτούρα τοῦ στριπτίζ») ἀπευθύνονταν πάντα σέ ἕναν (ἀνύπαρκτο) μέσο ἀναγνώστη. Τά αἰσθητικά πρότυπα, σώματα φτιαγμένα ἀπό γλύπτες γυμναστηρίου καί δίαιτας, πρόσωπα ζωγραφισμένα ἀπό μία φότοσοπ παραμόρφωση, ὑπῆρξαν ἀντίστοιχα μέ τίς ὑποσχέσεις κοινωνικῆς ἀνόδου, δηλαδῆ ἀδύνατον νά τά κατακτήσεις. Ἀκριβῶς γιατί ποτέ δέν ὑπῆρξαν. Σέ αὐτή τήν ἀγχώδη πρόσθεση χωρίς πραγματικό σημεῖο τερματισμοῦ, τό ἀποτέλεσμα ἔβγαινε πάντα ἀρνητικό. Καί εἶναι αὐτή ἡ πρόσθεση πού περιέγραψε τή σημειολογία τῶν πρόσφατα περασμένων χρόνων, τῶν στιγμῶν πού τώρα πολλοί κοιτοῦν μελαγχολικᾶ: μπουζούκια καί μίζες, διακοποδάνεια καί ἐορτοδάνεια, γυμναστήρια καί κομμωτήρια διαμόρφωναν τόν περίγυρο ἑνός ἀνθρώπου ἀπόλυτα ὑποχρεωμένου στή νίκη.
Ἡ βαριά ἐλαφρότητα
Τελικά ἡ ἴδια ἡ πολιτική ἡττήθηκε ἀπό τό λάιφσταϊλ, ἀκριβῶς μέσω τῆς ἐνσωμάτωσής της σέ αὐτό. Πολιτικοί παραχωροῦσαν συνεντεύξεις στά ἰλουστρασιόν ἔντυπα, ἀπαντώντας σέ καθημερινές «καυτές» ἐρωτήσεις γύρω ἀπό τά ναρκωτικά, τήν ὁμοφυλοφιλία, τούς νέους, τή διασκέδαση κ.τ.λ. Ὁ Γιῶργος Παπανδρέου παραχωροῦσε νεανικές συνεντεύξεις στό Κλίκ, ὁ Σημίτης ἐπέλεξε νά δώσει τήν τελευταία προεκλογική του συνέντευξη λίγο πρίν τό 2000 στό Nitro. Ἡ παρουσία τοῦ Πέτρου Κωστόπουλου σέ προεκλογικά καί μετεκλογικά πάνελ δέν περιέγραφε μόνο τό πόσο σημαντικός ρυθμιστής τῆς ζωῆς εἶχε καταλήξει νά εἶναι τό λάιφσταϊλ, ἀλλά ταυτόχρονα τό πόσο βαριά κατέληξε νά εἶναι ἡ ἐλαφρότητά μας.
Γιά πολλούς ἀνθρώπους, ἡ κρίση ἦρθε ὦς μία ἀπότομη βουτιά στό πραγματικό. Τό λάιφσταϊλ, ἀκριβῶς σάν ὅλες τίς τάσεις πού κατασκεύασε καί διέγραψε σέ μία νύχτα, περνᾶ ἐκτός μόδας, τσαλακωμένο καί πεταμένο χωρίς δεύτερες σκέψεις. Παρόλα αὐτά δέν θά πεθάνει. Ἀκριβῶς γιατί ξεχνοῦμε μία βασική παράμετρο στήν ἐξίσωση πού τό δημιούργησε: τούς ἀναγνῶστες, τούς ὑποστηρικτές καί τούς μιμητές πού τείνουμε νά παρουσιάζουμε ὦς θύματα σέ μία μηχανή προπαγάνδας.
Τό λάιφσταϊλ θά ἐξαφανιστεῖ μαζί μέ τόσες ἀρρώστιες τοῦ παλαιοῦ κόσμου, ὅταν ξεριζωθοῦν οἱ ἀνάγκες πού τό δημιούργησαν. Πρός τό παρόν θά ἐπιβιώνει λιγότερο ἐξωστρεφές, λιγότερο προκλητικά φανταχτερό, μεταμορφωμένο σέ ἕναν ἀνέξοδο Freepress ἐναλλακτισμό, ἀναζητώντας νέα σημεῖα καί νέες ἐκφράσεις. Καί ὅσο ὑπάρχουν κάποιοι πού ἐπιμένουν πώς ἡ ζωή εἶναι μικρή γιά νά εἶναι θλιβερή, πάντα θά ὑπάρχουν καί κάποιοι ἄλλοι νά τούς ἀπαντοῦν πώς «ἡ ζωή εἶναι μεγάλη, μήν τήν κάνεις καρναβάλι».
Αναδημοσίευση απο Λόγιος Ερμής
πολυτονικό; άντε καλή αρχή Η
ΑπάντησηΔιαγραφή