'Ερμαν Έσσε, μετάφραση, Ελένη Φαφούτη, νεφέλη 1988
αποσπάσματα:
Όποιος έχει γευτεί εκείνες της μέρες..με τον φριχτό πονοκέφαλο που ριζώνει πίσω απ' τις κόρες των ματιών και σε κάνει σε κανει να καταριέσαι φρικτά κάθε κίνηση του ματιού και του αυτιού από απλή ευχαρίστηση στον πόνο. όποιος λοιπόν γευτηκε αυτές τις μέρες της κόλασης, είναι ευχαριστιμένος με μέρες κοινές σαν τη σημερινή, και γεμάτος ευγνωμοσύνη κάθεται δίπλα στη ζεστή σόμπα.
κι αν πράγματι ο κόσμος είχε δίκιο, αν αυτή η μουσική στα καφενεία, αν αυτές οι μαζικές διασκεδάσεις, αν αυτοί οι άνθρωποι που είναι ικανποιημένοι με τόσα λίγα, έχουν δίκιο, τότε εγώ έχω άδικο, τότε είμαι τρελλός, τότε είμαι πράγματι ο λύκος της στέπας, όπως συχνά αποκαλούσα τον εαυτό μου, το ζώο που χάθηκε σ' ένα κι ακατανόητο κόσμο, και δεν μπορεί να βρεί μια πατρίδα, αέρα και τροφή.
κάπου μακρυά, σε πράσινες κοιλάδες κάποιοι υγιείς άνθρωποι καλλιεργούσαν σταφύλια και πάταγαν το κρασί για να μπορούν σε διάφορα μέρη του κόσμου, πολύ μακριά απ' αυτούς, μερικόι απογοητευμένοι και σιωπηλοί αστοί, οι αμήχανοι λύκοι της στέπας, να βρίσκουν λίγο κουράγιο και λίγο κέφι μέσα στα ποτήρια τους.
ποιο θυμόταν εκέινο το μικρό λυγερόκορμο κυπαρίσσι ψηλά στο βουνό πάνω απ' το Γκούμπιο, που μια κατολίσθηση το 'χε τσακίσει στη μέση, κι' όμως αυτό κρατήθηκε στη ζωή κι έβγαλε έναν καινούργιο βλαστό? ποιος δικαίωνε την εργατική νοικοκυρα του πρώτου ορόφου και την πεντακάθαρη αρωκαρία της? ποιος διάβαζε τις νύχτες πάνω απ' το Ρήνο τα συννεφογραψίματα της ομίχλης? ο λύκος της στέπας. και ποιος έψαχνε στα χαλάσματα της ζωής του κάποιο νόημα, ποιος υπέφερε το φαινομενικά ανόητο, ποιος ζούσε το φαινομενικά τρελλό, ποιος ήλπιζε μυστικά μέσα στο τελικό χάος να βρεί την αποκάλυψη και την ύπαρξη του θεού?
στα σημάδια του λύκου της στέπας διέκρινες τον άνθρωπο της νύχτας. το πρωί ήταν γι' αυτόν μια άσχημη ώρα, που την φοβόταν και ποτέ δεν του είχε φέρει τίποτα καλό.
όχι, δεν ήταν, για τίποτα που πέρασε δεν ήταν κρίμα. κρίμα είναι μόνο για το σήμερα και το τώρα, για όλες αυτές τις αμέτρητες ώρες και μέρες που έχανα, που υπέφερα μόνο, και οι οποίες ούτε δώρα έφερναν ούτε συγκινήσεις.
είμαι περίεργος να δώ πόσα μπορεί ν' αντέξει ένας άνθρωπος. όταν φτάσω τα όρια της αντοχής, το μόνο που θα κάνω είναι ν' ανοίξω την πόρτα και θά 'χω σωθεί.
ο αστός είναι έτσι απ' τη φύση του, ένα πλάσμα με αδύναμο ζωτικό ένστικτο, φοβισμένο, που φοβάται ακόμα και στον εαυτό του να παραδοθει.
βλέπουμε ότι έχει ισχυρές παρορμήσεις, τόσο για να γίνει άγιος όσο και άθλιος, αλλά λόγω κάποιας αδυναμίας ή αδράνειας δεν κατάφερε να πάρει φόρα και να βγει στο ελεύθερο σύμπαν και παρέμεινε δεμένος στην τροχιά του μητρικού πλανήτη της αστικής κοινωνίας.
να ζείς στον κόσμο σαν να μην ήταν ο κόσμος, να τηρείς τους νόμους κι όμως να είσαι υπεράνω τους, να κατέχεις ''σαν να μην κατέχεις'', ν' απαρνιέσαι σαν να μην ήταν άρνηση.
όμως τα πράγματα στη ζωή δεν είναι τόσο απλά όπως μέσα στη σκέψεις μας κι ούτε τόσο χοντροκομμένα όπως στη φτωχή μας γλώσσα των ηλιθίων.
επειδή είμαι κάτι σαν καθρεύτης σου, γιατί υπάρχει μέσα μου κάτι που σε νιώθει και σου δίνει μια απάντηση. και θα' πρεπε κανονικά, όλοι οι άνθρωποι να είναι τέτοιοι καθρέφτες και να επικοινωνούν έτσι ο ένας με τον άλλο..
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σχολιάστε εδώ